I invented the kingdom long in the head sit king without a throne subordinates there aren't empty mansion I did not imagine myself you exist I will not take it you in the clouds Princess
νύμφες τόσο πολύ δεν ήθελε κανένα έπαρση στον εαυτό του Δεν κοροϊδεύω στο κεφάλι επομένως όμορφος όλοι ήθελαν συμπαθής στον ναρκισσισμό ηχώ υπέφερε Θεια δικη έχοντας δελεάσει καλοκαιρινή μέρα κατηγορώντας για εγωισμό αυτή έφερε στην πηγή διψασμένος γέρνει προς τα εμπρός ομορφιά είδε το δικό του και εφεξής σε αυτό το ρεύμα έτσι κοίταξε και παρακολουθούσε δική της ομορφιά ΝΕΟΣ ΑΝΤΡΑΣ θάμπωσε κλίση πιάσε το πρόσωπο Δυστυχώς σκότωσε πέθανε με λαχτάρα εκεί όπου θαμμένος το όνομά του νάρκισσος ονομαζόταν ρίζωσε που σώμα σε μεταμόρφωση το λουλούδι μεγάλωσε μαρασμός το φθινόπωρο
enough I prefer one spring than gloomy autumns islands of flowers bird troll in the morning especially awake nice to the ears and in the evenings giggling frogs but merrily into these fields of meadows you will hear the larks come out hello yellow fields bedding NOT these are not sunflowers Van Gogh in the pitcher who lives in the countryside this one knows lilacs chestnut trees swallows overhead eyes are happy and it was unbearably more until spring will not pass away my heart rejoices fascinates what I touch I see